0
0

No products in the cart.

[:el]

Τι είναι η ρευματοειδής αρθρίτιδα;

Η ρευματοειδής αρθρίτιδα (ΡΑ) είναι μία φλεγμονώδης νόσος που προκαλεί προκαλεί άλγος, οίδημα, ακαμψία και απώλεια κινητικότητας στις αρθρώσεις. Συμβαίνει όταν το ανοσοποιητικό σύστημα, που φυσιολογικά προστατεύει το σώμα από παθογόνους μικροοργανισμούς, επιτίθεται στις μεμβράνες που επικαλύπτουν τις αρθρώσεις.

Η ρευματοειδής αρθρίτιδα έχει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που την διαφοροποιούν από τις άλλες αρθρίτιδες. Για παράδειγμα, η ρευματοειδής αρθρίτιδα συνήθως εμφανίζεται αμφοτερόπλευρα, δηλαδή αν επηρεάζει το ένα γόνατο ή χέρι τότε κατά πάσα πιθανότητα επηρεάζει και το άλλο. Η νόσος συνήθως επηρεάζει τις αρθρώσεις του καρπού και των δακτύλων που είναι πλησιέστερα στο χέρι. Μπορεί όμως και να επηρεάσει και άλλα μέρη του σώματος εκτός των αρθρώσεων. Επιπλέον, οι ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα μπορεί να παρουσιάσουν κόπωση, παροδικά επεισόδια εμπύρετου και μειωμένη ενέργεια.

Η πορεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας μπορεί να είναι από ήπια μέχρι σοβαρή. Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι χρόνια, που σημαίνει ότι διαρκεί πολύ καιρό – συχνά σε ολόκληρη τη ζωή του ασθενή. Σε πολλούς ασθενείς, μεγάλα χρονικά διαστήματα ηπίων συμπτωμάτων εναλλάσσονται με περιόδους εξάρσεων, ή περιόδους έντονης δραστηριότητας της νόσου. Σε άλλους, τα συμπτώματα εκδηλώνονται συνεχώς.

Χαρακτηριστικά της Ρευματοειδούς Αρθρίτιδας

  • Ευαίσθητες, θερμές και οιδηματώδεις αρθρώσεις
  • Αμφοτερόπλευρη προσβολή των αρθρώσεων
  • Η φλεγμονή στις αρθρώσεις συνήθως εμφανίζεται στις αρθρώσεις του καρπών και τον δακτύλων που βρίσκονται πλησιέστερα στο χέρι
  • Η φλεγμονή στις αρθρώσεις σπανιότερα εμφανίζεται σε άλλες αρθρώσεις όπως του λαιμού, των ώμων, των αγκώνων, του ισχίου, των γονάτων, των αστραγάλων και των ποδιών
  • Κόπωση, περιοδικά επεισόδια εμπύρετου, απώλεια ενέργειας
  • Πόνος και ακαμψία που διαρκεί πάνω από 30 λεπτά το πρωί ή μετά από πολύωρο ύπνο
  • Συμπτώματα που διαρκούν για πολλά χρόνια
  • Διαφοροποίηση των συμπτωμάτων ανάμεσα σε ασθενείς με τη νόσο

Ποιοι πάσχουν από Ρευματοειδή Αρθρίτιδα;

Ερευνητές εκτιμούν ότι περίπου 1,5 εκατομμύρια άτομα, ή περίπου το 0,6% του ενήλικου πληθυσμού των ΗΠΑ, πάσχουν από ρευματοειδή αρθρίτιδα. Πρόσφατες έρευνες έχουν αναδείξει το γεγονός ότι αν και ο αριθμός των ηλικιωμένων με ρευματοειδή αρθρίτιδα αυξάνεται, ο συνολικός αριθμός νέων περιστατικών μειώνεται.

Η ρευματοειδής αρθρίτιδα επηρεάζει όλες τις φυλές και τις εθνικές ομάδες. Αν και η νόσος συνήθως εμφανίζεται μετά τη μέση ηλικία και συχνότερα σε ηλικιωμένους, μπορεί να εμφανιστεί και σε έφηβους ή νεαρούς ενήλικες. (Τα παιδιά και οι έφηβοι μικρής ηλικίας μπορεί να διαγνωστούν με παιδική ιδιοπαθητική αρθρίτιδα, μία νόσο που σχετίζεται με τη ρευματοειδή αρθρίτιδα). Όπως και οι άλλες μορφές αρθρίτιδας, η ρευματοειδής αρθρίτιδα επηρεάζει συχνότερα γυναίκες παρά άντρες. Ο αριθμός των γυναικών που πάσχουν από τη νόσο είναι σχεδόν διπλάσιος ή τριπλάσιος από τον αντίστοιχο αριθμό των αντρών.

Τι συμβαίνει στη Ρευματοειδή Αρθρίτιδα;

Η ρευματοειδής αρθρίτιδα είναι κυρίως μία νόσος των αρθρώσεων. Η άρθρωση είναι το σημείο όπου δύο οστά συνδέονται. Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων (όπως το κρανίο και η πύελος), οι αρθρώσεις επιτρέπουν την κίνηση μεταξύ των οστών και την απορρόφηση των κραδασμών από κινήσεις όπως το περπάτημα. Τα άκρα των οστών καλύπτονται από ένα σκληρό, ελαστικό ιστό που λέγεται χόνδρος. Η άρθρωση περιβάλλεται από έναν θύλακο που την προστατεύει και την υποστηρίζει. Ο αρθρικός θύλακος καλύπτεται από έναν ιστό που λέγεται αρθρικός υμένας, ο οποίος παράγει αρθρικό υγρό, μία διαφανή ουσία που λιπαίνει και τρέφει το χόνδρο και τα οστά μέσα στον αρθρικό θύλακο.

Όπως πολλές άλλες ρευματικές νόσοι, η ρευματοειδής αρθρίτιδα είναι μία αυτοάνοση νόσος, και ονομάζεται έτσι γιατί το ανοσοποιητικό σύστημα που φυσιολογικά βοηθά στην προστασία του οργανισμού από λοιμώξεις και νόσους, επιτίθεται στους ιστούς των αρθρώσεων για άγνωστους λόγους. Τα λευκά αιμοσφαίρια, που είναι τα κύρια όργανα του ανοσοποιητικού συστήματος, ταξιδεύουν στον αρθρικό υμένα και προκαλούν φλεγμονή (υμενίτιδα), που χαρακτηρίζεται από θερμότητα, ερυθρότητα και οίδημα – τα τυπικά συμπτώματα της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Κατά τη διάρκεια της φλεγμονής, ο φυσιολογικά λεπτός αρθρικός υμένας γίνεται σκληρός και κάνει την άρθρωση οιδηματώδη, φουσκωμένη και κάποιες φορές ζεστή στο άγγιγμα.

Στην πορεία της νόσου, ο φλεγμαίνων αρθρικός υμένας εισβάλει και καταστρέφει τον χόνδρο και το οστό της άρθρωσης. Οι περιβάλλοντες μύες, σύνδεσμοι και τένοντες που στηρίζουν και σταθεροποιούν την άρθρωση, φθίνουν και χάνουν τη λειτουργικότητά τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πόνο και αρθρική βλάβη που είναι κοινά συμπτώματα της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Οι ερευνητές που ασχολούνται με τη ρευματοειδή αρθρίτιδα πιστεύουν ότι οι βλάβες στα οστά ξεκινούν μέσα στα πρώτα δύο χρόνια της νόσου, επομένως η διάγνωση όσο το δυνατόν συντομότερα είναι εξαιρετικά σημαντική.

Κάποιοι ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα εμφανίζουν συμπτώματα και σε άλλα μέρη του σώματος εκτός από τις αρθρώσεις. Πολλοί ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα παρουσιάζουν αναιμία, ή ελάττωση στην παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων. Άλλα συμπτώματα που εμφανίζονται λιγότερο συχνά περιλαμβάνουν πόνο στον αυχένα και ξηρότητα στόματος και οφθαλμών. Σπανιότερα, μπορεί να παρουσιαστεί φλεγμονή των αγγείων (αγγειίτιδα), των πνευμόνων (πλευρίτιδα) ή της μεμβράνης που περιβάλλει την καρδιά (περικαρδίτιδα).

Τι επιπτώσεις έχει η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα στη ζωή του ασθενή;

Η ρευματοειδής αρθρίτιδα επηρεάζει τον κάθε ασθενή με διαφορετικό τρόπο. Κάποιοι ασθενείς πάσχουν από ήπιες ή μέτριες μορφές της νόσου, με περιόδους όπου τα συμπτώματα είναι εντονότερα (εξάρσεις), και περιόδους όπου νιώθουν καλύτερα (υφέσεις). Άλλοι πάσχουν από πιο βαριά μορφή της νόσου που είναι ενεργή σχεδόν συνέχεια, διαρκεί για πολλά χρόνια ή εφ’ όρου ζωής, και οδηγεί σε σοβαρή βλάβη των αρθρώσεων και αναπηρία.

Αν και η ρευματοειδής αρθρίτιδα είναι κυρίως νόσος των αρθρώσεων, τα συμπτώματά της δεν είναι μόνο σωματικά. Πολλοί ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα συχνά έχουν κι άλλα συμπτώματα όπως:

  • Κατάθλιψη, άγχος
  • Αίσθημα ότι είναι αβοήθητοι
  • Χαμηλή αυτοεκτίμηση

Η ρευματοειδής αρθρίτιδα μπορεί να έχει επιπτώσεις σε όλες τις πτυχές της ζωής ενός ατόμου από την εργασία μέχρι την οικογένεια. Μπορεί επίσης να σταθεί εμπόδιο στις χαρές και τις υποχρεώσεις της οικογένειας και να επηρεάσει την θέληση του ασθενή να κάνει παιδιά.

Ευτυχώς, οι πρόσφατες θεραπείες για τη ρευματοειδή αρθρίτιδα είναι αρκετά αποτελεσματικές και επιτρέπουν στους ασθενείς να έχουν μία αρκετά ενεργή και παραγωγική ζωή. Οι θεραπείες αυτές περιλαμβάνουν αναλγητικά φάρμακα, και φάρμακα που επιβραδύνουν τη βλάβη στις αρθρώσεις, ισοστάθμιση της άσκησης και της ξεκούρασης, παρακολούθηση ενημερωτικών προγραμμάτων για τη νόσο καθώς και προγράμματα στήριξης. Τελευταία, η έρευνα για τη νόσο έχει προοδεύσει αρκετά και πολλοί μηχανισμοί της ρευματοειδούς αρθρίτιδας έχουν αποσαφηνιστεί με αποτέλεσμα να ανακαλύπτονται όλο και πιο αποτελεσματικές θεραπείες.

Από τι προκαλείται η ρευματοειδής αρθρίτιδα;

Οι επιστήμονες δεν ξέρουν ακόμα τι είναι αυτό που κάνει το ανοσοποιητικό σύστημα να επιτίθεται στους ιστούς του σώματος, αλλά η έρευνα των τελευταίων ετών έχει ξεκινήσει να αποκρυπτογραφεί τους παράγοντες που εμπλέκονται.

  • Γενετικοί (κληρονομικοί) παράγοντες: Ερευνητές έχουν παρατηρήσει ότι κάποια γονίδια του ανοσοποιητικού συστήματος σχετίζονται με την ευαισθησία στη ρευματοειδή αρθρίτιδα. Ωστόσο το κάθε γονίδιο συμβάλλει ελάχιστα στην πιθανότητα ενός ατόμου να εμφανίσει ρευματοειδή αρθρίτιδα. Ακόμα και άτομα  που έχουν αυτά τα γονίδια, μπορεί να μην εμφανίσουν ποτέ τη νόσο. Από το γεγονός αυτό καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι αν και η κληρονομικότητα είναι ένας από τους παράγοντες που θα καθορίσουν αν κάποιος θα εμφανίσει ρευματοειδή αρθρίτιδα, δεν είναι ο μοναδικός. Είναι επίσης ξεκάθαρο ότι η εμφάνιση ή όχι της νόσου καθώς και η βαρύτητά της δεν εξαρτώνται από ένα μόνο γονίδιο.
  • Περιβαλλοντικοί παράγοντες: Πολλοί ερευνητές πιστεύουν ότι κάποιος εξωτερικός παράγοντας «ενεργοποιεί» τη ρευματοειδή αρθρίτιδα σε άτομα που έχουν γενετική προδιάθεση. Έχουν εξεταστεί διάφοροι αιτιολογικοί παράγοντες, αλλά ακόμα κανένας δεν έχει επιβεβαιωθεί.
  • Άλλοι παράγοντες: Κάποιοι επιστήμονες πιστεύουν ότι και κάποιοι ορμονικοί παράγοντες μπορεί να εμπλέκονται. Οι γυναίκες παρουσιάζουν ρευματοειδή αρθρίτιδα συχνότερα από τους άντρες. Η νόσος παρουσιάζει βελτίωση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και έξαρση μετά το πέρας της. Ο θηλασμός μπορεί να επιδεινώσει τη νόσο. Η χρήση αντισυλληπτικών μπορεί επίσης να αυξήσει την πιθανότητα ενός ατόμου να εμφανίσει τη νόσο. Από αυτό φαίνεται ότι οι ορμόνες, ή ενδεχομένως οι ανεπάρκειες ή αλλαγές σε κάποιες απ’ αυτές, μπορεί να συμβάλλουν στην ανάπτυξη ρευματοειδούς αρθρίτιδας σε άτομα με γενετική προδιάθεση που έχουν εκτεθεί σε κάποιον παράγοντα ενεργοποίησης από το περιβάλλον τους.

Αν και ακόμα δεν είναι γνωστοί όλοι οι αιτιολογικοί παράγοντες της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, ένα είναι σίγουρο: Η ρευματοειδής αρθρίτιδα οφείλεται σε παραπάνω από ένα αίτια. Η σύγχρονη έρευνα πάνω στη νόσο έχει ως στόχο να καθορίσει ποιοι είναι αυτοί οι παράγοντες και πως αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.

Πώς διαγιγνώσκεται η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα;

Η ρευματοειδής αρθρίτιδα είναι δύσκολο να διαγνωστεί στα πρώιμα στάδια για αρκετούς λόγους. Πρώτον, δεν υπάρχει κάποια ειδική εξέταση για τη νόσο. Επιπλέον, τα συμπτώματα διαφέρουν από ασθενή σε ασθενή και δεν εμφανίζονται σε όλους με την ίδια βαρύτητα. Ακόμη, τα συμπτώματα μπορεί να είναι κοινά με άλλες αρθρίτιδες, και μπορεί να χρειαστεί χρόνος μέχρι αυτές να αποκλειστούν από τη διαφορική διάγνωση. Τέλος, το πλήρες φάσμα των συμπτωμάτων αναπτύσσεται σταδιακά, έτσι στα πρώιμα στάδια μπορεί να έχουμε πολύ λίγα συμπτώματα. Σαν αποτέλεσμα, ο γιατρός χρησιμοποιεί αρκετά διαγνωστικά εργαλεία για να θέσει τη διάγνωση της νόσου:

Ιατρικό ιστορικό: Ο γιατρός ζητά από τον ασθενή να περιγράψει την πορεία των συμπτωμάτων του καθώς και πότε και πώς άρχισε η νόσος. Ο γιατρός θα ρωτήσει επίσης τον ασθενή αν πάσχει από άλλες ασθένειες αυτός ή κάποια μέλη της οικογένειάς του (οικογενειακό ιστορικό) καθώς και αν ακολουθεί κάποια φαρμακευτική αγωγή. Αυτές οι ερωτήσεις βοηθούν το γιατρό να θέσει τη διάγνωση της νόσου και να καταλάβουν σε ποιο βαθμό επηρεάζει τη ζωή του ασθενούς.

Φυσική εξέταση: Ο γιατρός θα ελέγξει τα αντανακλαστικά του ασθενούς καθώς και την μυϊκή του δύναμη. Θα εξετάσει ακόμη συγκεκριμένες αρθρώσεις και θα παρατηρήσει την ικανότητα του ασθενή να περπατά, να σκύβει και να πραγματοποιεί κινήσεις στην καθημερινότητά του. Θα ελέγξει επίσης το δέρμα για εξανθήματα και θα ακροαστεί τους πνεύμονες για σημεία που θα υποδεικνύουν φλεγμονή.

Εργαστηριακές εξετάσεις: Ένα σύνολο εργαστηριακών εξετάσεων μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να επιβεβαιωθεί η διάγνωση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Κάποιες από αυτές που χρησιμοποιούνται συχνότερα είναι:

  • Ρευματοειδής παράγοντας (RF): Ο Ρευματοειδής παράγοντας είναι ένα αντίσωμα που ανευρίσκεται στο αίμα των περισσότερων ασθενών με ρευματοειδή αρθρίτιδα. Η εξέταση του ρευματοειδή παράγοντα δεν είναι θετική στο σύνολο των ασθενών με ρευματοειδή αρθρίτιδα. Επίσης υπάρχουν άτομα με θετική εξέταση που δεν εμφανίζουν ποτέ τη νόσο. Η εξέταση του ρευματοειδούς παράγοντα μπορεί να είναι θετική και σε άλλες νόσους, ωστόσο, μία θετική RF σε ένα άτομο που παρουσιάζει τα συμπτώματα της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, μπορεί να επιβεβαιώσει τη διάγνωση. Επιπλέον, υψηλά επίπεδα του ρευματοειδή παράγοντα συνήθως εμφανίζονται σε σοβαρή ρευματοειδή αρθρίτιδα.
  • Αντι-CCP αντισώματα: Αυτή η εξέταση αίματος ανιχνεύει αντισώματα για το κυκλικό κιτρουλλινιωμένο πεπτίδιο (αντι-CCP). Η εξέταση αυτή είναι θετική στους περισσότερους ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα και μάλιστα μπορεί να βγει θετική και αρκετά χρόνια πριν ο ασθενής αρχίσει να εμφανίζει συμπτώματα. Σε συνδυασμό με την εξέταση RF, αυτή η εξέταση είναι πολύ χρήσιμη για να τεθεί η διάγνωση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας.
  • Άλλες: Άλλες κοινές εργαστηριακές εξετάσεις περιλαμβάνουν εξέταση λευκών αιμοσφαιρίων, εξετάσεις αίματος για αναιμία (είναι συχνή στην ρευματοειδή αρθρίτιδα), ταχύτητα καθίζησης ερυθρών, και C-αντιδρώσα πρωτεΐνη, εξετάσεις που βοηθούν το γιατρό να υπολογίσει τα επίπεδα φλεγμονής από τη νόσο καθώς και την απόκριση στη θεραπεία.

Ακτίνες-Χ: Η ακτινογραφία με ακτίνες Χ χρησιμοποιείται για να διαπιστωθεί η έκταση της βλάβης των αρθρώσεων. Δεν έχει κάποια χρησιμότητα στα πρώιμα στάδια της ρευματοειδούς αρθρίτιδας όπου οι βλάβες στα οστά δεν είναι ακόμα εμφανείς. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αποκλείσει άλλα αίτια πόνου στις αρθρώσεις. Αργότερα, χρησιμοποιείται για να διαπιστωθεί η πορεία της νόσου.

Ποιες είναι οι θεραπείες για την Ρευματοειδή Αρθρίτιδα;

Οι γιατροί χρησιμοποιούν διάφορες μεθόδους για την θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Αυτές μεταβάλλονται ανάλογα με την πορεία της νόσου και είναι προσαρμοσμένες στις ανάγκες του κάθε ασθενή. Ανεξαρτήτως της θεραπείας που θα επιλέξει ο γιατρός πάντως, οι στόχοι είναι πάντα οι ίδιοι: η ανακούφιση από τον πόνο, η μείωση της φλεγμονής, η επιβράδυνση του βαθμού καταστροφής των αρθρικών επιφανειών και γενικά η βελτίωση της ψυχικής υγείας του ασθενούς.

Η σωστή επικοινωνία μεταξύ γιατρού και ασθενούς είναι ουσιώδης προκειμένου να επιλεχθεί το σωστό θεραπευτικό πλάνο. Ο γιατρός αν είναι σωστά ενημερωμένος από τον ασθενή μπορεί να χορηγήσει τη σωστή ποσότητα φαρμάκων, να συστήσει σωστούς τρόπους διαχείρισης του πόνου και να συμβουλεύσει αν μία χειρουργική επέμβαση κρίνεται απαραίτητη.

Στόχοι της θεραπείας
  • Ανακούφιση από τον πόνο
  • Μείωση της φλεγμονής
  • Επιβράδυνση ή τερματισμός της αρθρικής βλάβης
  • Βελτίωση της ποιότητας ζωής του ασθενούς και της καθημερινής του ζωής
Θεραπευτικές Μέθοδοι
  • Αλλαγές του τρόπου ζωής
  • Φαρμακευτική αγωγή
  • Χειρουργική επέμβαση
  • Συνεχής παρακολούθηση και θεραπεία
Αλλαγές στον τρόπο ζωής

Κάποιες δραστηριότητες μπορούν να βελτιώσουν την ικανότητα του ασθενούς να λειτουργεί από μόνος του και να διατηρεί μια καλή ψυχολογική κατάσταση.

  • Ξεκούραση και άσκηση: Οι ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα πρέπει να διατηρούν μία καλή ισορροπία μεταξύ άσκησης και ξεκούρασης. Η φυσική άσκηση πρέπει να είναι περισσότερη όταν η νόσος είναι σε ύφεση και να μειώνεται όταν η νόσος παρουσιάζει έξαρση. Η ξεκούραση βοηθά στην μείωση του πόνου και της φλεγμονής στις αρθρώσεις καθώς και στην ανακούφιση από την κόπωση. Η διάρκεια της ξεκούρασης διαφέρει από άτομο σε άτομο αλλά γενικά, μικρά διαστήματα ξεκούρασης σε τακτά χρονικά διαστήματα, είναι πιο βοηθητικά σε σχέση με μακράς διάρκειας ξεκούραση. Η άσκηση είναι σημαντική για να διατηρηθούν οι μύες υγιείς και δυνατοί, να διατηρηθεί η κινητικότητα και η ευκαμψία των αρθρώσεων. Η άσκηση βοηθά ακόμα τους ασθενείς να κοιμούνται καλύτερα, βοηθά στη μείωση του πόνου, στη διατήρηση μιας θετικής διάθεσης καθώς και στη διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους. Το πρόγραμμα της άσκησης του κάθε ασθενούς πρέπει να είναι βασισμένο στις δυνατότητες του καθώς και στις συνεχώς μεταβαλλόμενες ανάγκες του.
  • Φροντίδα των αρθρώσεων: Σε κάποιους ασθενείς, η χρήση ενός νάρθηκα γύρω από τις επώδυνες αρθρώσεις μειώνει τον πόνο και το οίδημα, υποστηρίζοντας την άρθρωση και αφήνοντάς την να ξεκουραστεί. Οι νάρθηκες χρησιμοποιούνται περισσότερο στους καρπούς και τα χέρια, αλλά και κάποιες φορές στους αστραγάλους και τα πόδια. Ο γιατρός μπορεί να συμβουλεύσει ποιος είναι ο κατάλληλος νάρθηκας για κάθε ασθενή και να επιβεβαιώσει ότι εφαρμόζει σωστά. Άλλος τρόπος να μειωθεί η καταπόνηση των αρθρώσεων είναι η χρήση διαφόρων ειδών που βοηθούν στο να καθίσει ή να σηκωθεί ο ασθενής από μια καρέκλα, την τουαλέτα ή το κρεβάτι.
  • Μείωση του άγχους: Οι ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα αντιμετωπίζουν και ψυχολογικά συμπτώματα εκτός από τα σωματικά. Τα συναισθήματα που νιώθουν εξ’ αιτίας της νόσου – όπως φόβο, θυμό και απογοήτευση – σε συνδυασμό με τον πόνο και τους κινητικούς περιορισμούς μπορεί να αυξήσουν το άγχος. Αν και δεν έχει αποδειχθεί ότι το άγχος έχει κάποια σχέση με την εξέλιξη της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, μπορεί να κάνει δυσκολότερη τη ζωή του ασθενούς. Το άγχος πολλές φορές επιτείνει τον πόνο που νιώθει ο ασθενής. Για την αντιμετώπιση του άγχους προτείνονται διάφορες θεραπείες όπως μακρά διαστήματα ξεκούρασης, σωματική άσκηση, συμμετοχή σε ομάδες στήριξης και καλή επικοινωνία με τον θεράπων ιατρό.
  • Υγιεινή διατροφή: Εκτός από κάποια συγκεκριμένα είδη ελαίων, δεν υπάρχουν επιστημονικά στοιχεία που να επιβεβαιώνουν ότι κάποιο συγκεκριμένο φαγητό ή τροφή βοηθά ή επιδεινώνει την πορεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Ωστόσο, μία υγιεινή διατροφή με αρκετές – αλλά όχι υπερβολικές – θερμίδες, πρωτεΐνες και ασβέστιο είναι σημαντική. Η χρήση των οινοπνευματωδών ποτών κάποιες φορές πρέπει να αποφεύγεται λόγω κινδύνου αλληλεπίδρασης με τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται στη ρευματοειδή αρθρίτιδα. Ειδικά οι ασθενείς που παίρνουν Μεθοτρεξάτη πρέπει να αποφεύγουν το αλκοόλ, επειδή μία από τις σοβαρότερες ανεπιθύμητες ενέργειες της Μεθοτρεξάτης είναι οι ηπατικές βλάβες.
  • Κλίμα: Κάποιοι άνθρωποι πιστεύουν ότι η αρθρίτιδά τους χειροτερεύει όταν υπάρχει μία ξαφνική αλλαγή στον καιρό. Ωστόσο, δεν υπάρχουν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν ότι κάποιο συγκεκριμένο κλίμα βοηθά ή επιβραδύνει την πορεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Η μετακίνηση σε ένα νέο μέρος με διαφορετικό κλίμα δεν βοηθά τους ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα μακροπρόθεσμα.
Φαρμακευτική αγωγή

Οι περισσότεροι ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα παίρνουν φάρμακα. Κάποια φάρμακα (τα αναλγητικά) χρησιμοποιούνται για την ανακούφιση από τον πόνο, άλλα, όπως τα κορτικοστεροειδή και τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη (ΜΣΑΦ) έχουν ως σκοπό τον περιορισμό της φλεγμονής. Τα τροποποιητικά της νόσου αντιρευματικά (DMARDs), χρησιμοποιούνται για να επιβραδύνουν την πορεία της νόσου. Κοινά DMARDs είναι η υδροξυχλωροκίνη, η λεφλουνομίδη, η μεθοτρεξάτη και η σουλφασαλαζίνη. Άλλα DMARDs – οι τροποποιητές της βιολογικής απάντησης – χρησιμοποιούνται σε ασθενείς με προχωρημένη μορφή της νόσου. Αυτά είναι γενετικά φάρμακα που βοηθούν στη μείωση της φλεγμονής και της δομικής βλάβης στις αρθρώσεις διακόπτοντας την αλληλουχία γεγονότων που οδηγούν στην εμφάνιση φλεγμονής. Σήμερα, διάφοροι τροποποιητές βιολογικής απόκρισης έχουν εγκριθεί για τη ρευματοειδή αρθρίτιδα, όπως η αμπατασέπτη, η αδαλιμουμάμπη, το ανακίνρα, η κερτολιζουμάμπη, η ετανερσέπτη, η γολιμουμάμπη, η ινφλιξιμάμπη, η ριτουξιμάμπη και η τοσιλιζουμάμπη.

Ένα άλλο DMARD, το Tofacitinib, καταπολεμά τη φλεγμονή από το εσωτερικό του κυττάρου σε άτομα με ρευματοειδή αρθρίτιδα.

Για πολλά χρόνια, οι γιατροί αρχικά χορηγούσαν ασπιρίνη ή άλλα αναλγητικά φάρμακα για τη ρευματοειδή αρθρίτιδα, και έδιναν πιο δυνατά φάρμακα μόνο όταν η νόσος παρουσίαζε σοβαρή επιδείνωση. Τις τελευταίες δεκαετίες αυτή η προσέγγιση στη θεραπεία έχει αλλάξει καθώς διάφορες έρευνες έχουν δείξει ότι η θεραπεία με δυνατά φάρμακα όσο το δυνατόν νωρίτερα έχει καλύτερα αποτελέσματα στη μείωση ή αντιμετώπιση της αρθρικής βλάβης. Οι ασθενείς με συμπτώματα ρευματοειδούς αρθρίτιδας που επιμένουν πρέπει να επισκεφθούν ένα γιατρό με εξειδίκευση στη νόσο και τη θεραπεία της προκειμένου να αποφύγουν τον κίνδυνο σοβαρής αρθρικής βλάβης.

Πολλά από τα φάρμακα που επιβραδύνουν την εξέλιξη της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, το επιτυγχάνουν μειώνοντας την φλεγμονή που είναι η αιτία του πόνου και της αρθρικής βλάβης. Ωστόσο, σε κάποιες περιπτώσεις, η φλεγμονή είναι ένα εργαλείο που χρησιμοποιεί ο οργανισμός για τη διατήρηση της υγείας, όπως για την καταπολέμηση κάποιας λοίμωξης ή για να επιβραδύνει την εξάπλωση ενός όγκου. Το μέγεθος του κινδύνου από τη θεραπεία είναι δύσκολο να υπολογιστεί, επειδή διάφορες λοιμώξεις ή καρκίνος εμφανίζονται συχνότερα σε ασθενείς από ρευματοειδή αρθρίτιδα που δεν λαμβάνουν θεραπεία παρά σε υγιή άτομα.

Εγχείρηση

Κάποιες εγχειρήσεις συνίστανται σε ασθενείς με σοβαρή αρθρική βλάβη. Ο πρωταρχικός στόχος αυτών των επεμβάσεων είναι να μειωθεί ο πόνος, να βελτιωθεί η κινητικότητα των αρθρώσεων, και να βελτιώσουν την ικανότητα του ασθενεί να επιτελεί τις καθημερινές του ανάγκες. Η χειρουργική επέμβαση ωστόσο δεν ενδείκνυται για όλους τους ασθενείς και η απόφαση πρέπει να ληφθεί μόνο μετά από συνεννόηση με το γιατρό. Πρέπει να ληφθεί υπ’ όψη η συνολική υγεία του ασθενούς, η κατάσταση της άρθρωσης που θα εγχειριστεί καθώς και οι κίνδυνοι και τα οφέλη της χειρουργικής επέμβασης.

Τακτική παρακολούθηση και συνεχής φροντίδα

Η τακτική ιατρική περίθαλψη είναι σημαντική για την παρακολούθηση της πορείας της νόσου και την προσαρμογή της φαρμακευτικής θεραπείας όπου χρειάζεται. Η παρακολούθηση συνήθως περιλαμβάνει τακτικές επισκέψεις στο γιατρό. Μπορεί επίσης να περιλαμβάνει εξετάσεις αίματος, ούρων ή άλλες εργαστηριακές εξετάσεις και ακτινογραφίες.

Οι ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα πρέπει να συζητήσουν και την πρόληψη της οστεοπόρωσης με το γιατρό τους σαν κομμάτι της συνεχούς, μακροχρόνιας θεραπείας. Η οστεοπόρωση είναι μία νόσος στην οποία τα οστά αποδυναμώνονται και γίνονται εύθραυστα. Η ρευματοειδής αρθρίτιδα αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης οστεοπόρωσης τόσο σε άντρες όσο και σε γυναίκες, ειδικά αν παίρνουν κορτικοστεροειδή. Αυτοί οι ασθενείς είναι σκόπιμο να συζητήσουν με το γιατρό τους το πιθανό όφελος από συμπληρώματα ασβεστίου και βιταμίνης D ή άλλες θεραπείες για την οστεοπόρωση.

Εναλλακτικές και συμπληρωματικές θεραπείες: Ειδικές δίαιτες, συμπληρώματα βιταμινών και άλλες εναλλακτικές θεραπείες έχουν προταθεί για τη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Η έρευνα έχει αποδείξει ότι κάποιες από αυτές, όπως τα ιχθυέλαια, μπορεί να βοηθήσουν στη μείωση της αρθρικής φλεγμονής. Για τις περισσότερες άλλες εναλλακτικές θεραπείες οι έρευνες έχουν δείξει ότι δεν υπάρχει κάποια ουσιαστική βελτίωση.

Όπως και με κάθε άλλη θεραπεία, οι ασθενείς πρέπει να συζητούν με το γιατρό τους πριν ξεκινήσουν κάποια εναλλακτική θεραπεία. Αν ο γιατρός εκτιμήσει ότι θα υπάρξει κάποια βελτίωση από τη θεραπεία και δεν θα είναι επιβλαβής, μπορεί να ενταχθεί στη θεραπευτική αγωγή του ασθενούς.

Ποια ειδικότητα ασχολείται με τη θεραπεία της Ρευματοειδούς Αρθρίτιδας;

Στη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας μπορεί να εμπλέκονται παραπάνω από μία ειδικότητες.

Ο κύριος γιατρός για τη θεραπεία της αρθρίτιδας μπορεί να είναι ένας παθολόγος, ένας γιατρός που ειδικεύεται στη διάγνωση και θεραπεία ενηλίκων ασθενών, ή ένας ρευματολόγος, ένας γιατρός που ειδικεύεται στην αρθρίτιδα και άλλες ασθένειες των οστών, των αρθρώσεων και των μυών.

Καθώς η θεραπεία προχωρεί, και άλλοι επαγγελματίες υγείας μπορεί να βοηθήσουν. Αυτοί μπορεί να είναι:

  • Ορθοπεδικοί: Χειρουργοί που ειδικεύονται στη θεραπεία (συνήθως χειρουργική) νόσων των οστών και των αρθρώσεων.
  • Φυσιοθεραπευτές: Επαγγελματίες υγείας που δουλεύουν με ασθενείς για να βελτιώσουν την λειτουργία των αρθρώσεων.
  • Εργοθεραπευτές: Επαγγελματίες υγείας που διδάσκουν τον ασθενή πώς να προστατεύει τις αρθρώσεις του, να ελαχιστοποιεί τον πόνο, να επιτελεί εργασίες της καθημερινής του ζωής και να εξοικονομεί ενέργεια.
  • Διαιτολόγοι: Επαγγελματίες υγείας που ασχολούνται με την διατροφή και τη βελτίωση της υγείας καθώς και τη διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους.
  • Ψυχολόγοι: Επαγγελματίες υγείας που βοηθούν τους ασθενείς να αντιμετωπίσουν προβλήματα που δημιουργούνται από το νόσο στην εργασία και στο σπίτι.

Τι μπορείτε να κάνετε

Αν και οι γιατροί μπορούν να χορηγήσουν ή να συστήσουν διάφορες θεραπείες για τη ρευματοειδή αρθρίτιδα, ο ίδιος ο ασθενής πρέπει μόνος του να βρει τον τρόπο να ζει καλά με τη νόσο. Η έρευνα έχει δείξει ότι οι ασθενείς που εμπλέκονται ενεργά στη θεραπεία τους, βιώνουν λιγότερο πόνο και επισκέπτονται το γιατρό λιγότερο συχνά. Απολαμβάνουν επίσης μία καλή ποιότητα ζωής.

Διάφορα προγράμματα αυτοδιαχείρισης μπορούν να ενημερώσουν τον ασθενή για τη ρευματοειδή αρθρίτιδα και τις θεραπείες της, την άσκηση και τις τεχνικές χαλάρωσης, την επικοινωνία μεταξύ ασθενή και γιατρού, και γενικότερα την επίλυση προβλημάτων σχετιζόμενων με τη νόσο. Η έρευνα έχει αποδείξει ότι αυτά τα προγράμματα βοηθούν τον ασθενή:

  • Να κατανοήσει τη νόσο
  • Να μειώσει τον πόνο που αισθάνεται
  • Να βελτιώσει τη φυσική, συναισθηματική και νοητική του κατάσταση
  • Να ελέγξει τη νόσο και να αποκτήσει αυτοπεποίθηση για να ζήσει μια γεμάτη και ανεξάρτητη ζωή

Τι έρευνα διεξάγεται για τη Ρευματοειδή Αρθρίτιδα;

Τις τελευταίες δεκαετίες, η έρευνα έχει αυξήσει σημαντικά την γνώση μας για τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, του γονιδιώματος και της βιολογίας. Η έρευνα τώρα έχει σημαντικά αποτελέσματα σε αρκετά κομμάτια που αφορούν τη ρευματοειδή αρθρίτιδα. Οι επιστήμονες ανακαλύπτουν καινούρια στοιχεία για τη ρευματοειδή αρθρίτιδα που ήταν άγνωστα πριν χρόνια.

Γενετική

Τις τελευταίες δεκαετίες, διάφοροι ερευνητές έχουν εντοπίσει αρκετούς γενετικούς παράγοντες που θεωρούνται προδιαθεσικοί για την ανάπτυξη της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, καθώς και κάποιους παράγοντες που συνδέονται με τη βαρύτητα της νόσου. Έχει επιβεβαιωθεί ότι παραπάνω από ένα γονίδια εμπλέκονται στην εμφάνιση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας καθώς και στην βαρύτητά της.

Μία διεθνής ερευνητική ομάδα έχει αποκρυπτογραφήσει μία σειρά περιοχών στο ανθρώπινο γονιδίωμα που συνδέονται με τη ρευματοειδή αρθρίτιδα και διαπίστωσε ότι πολλές από αυτές είναι ήδη στόχοι φαρμάκων για άλλες νόσους. Τα ευρήματα πάντως ανοίγουν νέες προοπτικές για τη θεραπεία της νόσου.

Η έρευνα σήμερα επικεντρώνεται στην διερεύνηση της πιθανής εμπλοκής της φυσιολογικής μικροχλωρίδας του ανθρώπου στην εμφάνιση της νόσου. Κάποιοι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η παρουσία ενός εντερικού βακτηρίου συνδέεται με τη ρευματοειδή αρθρίτιδα σε νεοδιαγνωσμένους ασθενείς που δεν έχουν λάβει θεραπεία. Το εύρημα αυτό συνιστά πιθανή εμπλοκή του βακτηρίου στην εμφάνιση της νόσου.

Πορεία της νόσου

Οι ερευνητές μελετούν την φυσική πορεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας σε παιδιά και ενήλικες σε μια προσπάθεια να κατανοήσουν πώς εξελίσσεται η νόσος και τι επιπτώσεις έχει στην υγεία του ασθενούς.

Ερευνάται επίσης αν οι ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα που βρίσκονται σε ύφεση επειδή κάνουν θεραπεία με αναστολείς του TNF-α, μπορούν να παραμείνουν σε ύφεση μετά τη διακοπή της θεραπείας. Επιπλέον, προσπαθούν να ανιχνευθούν οι παράγοντες που προκαλούν έξαρση στους ίδιους ασθενείς.

Οι επιστήμονες συνεχίζουν να ερευνούν τις μοριακές βάσεις της ρευματοειδούς αρθρίτιδας και να αναπτύσσουν τεστ που μπορούν να διαγνώσουν τη ρευματοειδή αρθρίτιδα πρώιμα καθώς και να καθορίσουν ποια είναι η μορφή θεραπείας που ενδείκνυται για κάθε ασθενή.

Νέες Θεραπείες

Οι ερευνητές ταυτοποιούν συνεχώς καινούρια μόρια που εμπλέκονται στη ρευματοειδή αρθρίτιδα και επομένως είναι πιθανοί στόχοι για νέα φάρμακα. Η πορεία από την ταυτοποίηση ενός τέτοιου μορίου ως την ανάπτυξη ενός φαρμάκου που το στοχεύει είναι μακροχρόνια και αρκετά δύσκολη. Ευτυχώς, στις ημέρες μας, αυτή η διαδικασία έχει επισπευθεί και έχουν εμφανιστεί καινούρια φάρμακα που μειώνουν τα συμπτώματα και τις βλάβες στη ρευματοειδή αρθρίτιδα. Η έρευνα, ωστόσο, συνεχίζεται με σκοπό να προτείνει περισσότερα υποψήφια φάρμακα, με την ελπίδα ότι θα έχουν λιγότερες παρενέργειες και θα θεραπεύουν ένα ευρύτερο φάσμα ασθενών.

  • Τοφασιτινίμπη: Η Τοφασιτινίμπη, εγκρίθηκε για τη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας το 2012 και ανήκει σε μία νέα κατηγορία φαρμάκων που στοχεύουν τις Janus κινάσες. Γενετικές ανωμαλίες σε ένα μέλος αυτής της οικογένειας, το JAK3, μπορεί να προκαλέσουν σοβαρή ανοσοανεπάρκεια. Η ανακάλυψη αυτή γέννησε την ιδέα ότι φάρμακα που αναστέλλουν τις Janus κινάσες, μπορούν να καταστείλουν το ανοσοποιητικό σύστημα και επομένως να έχουν προστατευτική δράση ενάντια στη φλεγμονή που προκαλείται από τη ρευματοειδή αρθρίτιδα και κάποιες άλλες αυτοάνοσες νόσους.
  • Αρθρική φλεγμονή: Προσφάτως διαπιστώθηκε ότι η αρθρική φλεγμονή μπορεί να συνεχιστεί ακόμα κι αν τα κλινικά συμπτώματα έχουν υποχωρήσει. Αυτή η ανακάλυψη μπορεί να βοηθήσει τους γιατρούς να διαπιστώσουν αν ο ασθενής είναι όντως σε ύφεση και μπορεί να σταματήσει τη θεραπεία.

Πηγή: https://pathologia.eu/anosologia/%cf%81%ce%b5%cf%85%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%bf%ce%b5%ce%b9%ce%b4%ce%ae%cf%82-%ce%b1%cf%81%ce%b8%cf%81%ce%af%cf%84%ce%b9%ce%b4%ce%b1/[:]